Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019

ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ ΝΟΥΛΗ ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ GOGOTSAKOYANI

23 Ιουλίου 2018
Τραγωδία!
Θάνατος!
Πένθος!
Φωνές, κραυγές και ουρλιαχτά!
Ένας μαύρος ουρανός, γεμάτος δηλητήριο, που δεν προμηνύει τίποτα καλό!
Για ακόμη μια φορά, ο Έλληνας καίγεται!
Για ακόμη μια φορά, ο Έλληνας χάνεται!
Κι εγώ, για ακόμη μια φορά, να αναρωτιέμαι:
ΓΙΑΤΙ;

Γνώρισα τη Νούλη Τσαγκαράκη πέρσι, μέσα από το πρώτο της βιβλίο, το "Ένας από εμάς".
Πρόκειται για έναν άνθρωπο που το "σήμερα" την απασχολεί. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που τολμά να σε κοιτά στα μάτια, εγκλωβίζοντας την προσοχή σου μέσα στα δικά της.
Κι εκεί, ξεκινά ένα γαϊτανάκι θλίψης και άδικου, τρόμου και πανικού, αλλά... και ελπίδας που ξεπηδά από κάθε κίνηση των βλεφάρων της.
Τα μάτια της κλαίνε, στάζουν δάκρυα γεμάτα αλήθεια και δύναμη όταν στρέφει το βλέμμα της στον καθάριο ουρανό, προκαλώντας σε να νιώσεις τον πόνο του συνανθρώπου σου και μετά σε οδηγεί με απόλυτο σεβασμό στην αγάπη!
Μέσα από δεκαπέντε διηγήματα επικοινωνεί μαζί σου, ανοίγοντας τα μύχια του μυαλού και της ψυχής σου, έχοντας έναν και μοναδικό στόχο:
Να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο!

Την ακολούθησα, λοιπόν, φορώντας τα παπούτσια του Ανέστη Βαμβακά, ενός ανθρώπου που βίωσε τον πανικό και την απελπισία.
Κουβάλησα στην αγκαλιά μου την κόρη του Σωτήρη, περνώντας μέσα από μια φλεγόμενη γη, παλεύοντας να τη σώσω.
Άνοιξα την πόρτα μου και αντίκρισα τη Σούλα, καθισμένη στο αναπηρικό της αμαξίδιο. Με κοίταξε με τη ματιά της απόγνωσης. Κι όμως, την αγνόησα κι έφυγα.
Θέλησα να σώσω το παιδί του Γιώργου και της Ειρήνης, αλλά οι Αρχές με απώθησαν. Με αποκάλεσαν "εμπόδιο".
Συνέχισα τον δρόμο μου και αντάμωσα τον καπεταν-Θανάση. Με πήρε βοηθό του, γεμίσαμε το καΐκι του με παιδιά που τα διασώσαμε από μια μανιασμένη θάλασσα.
Έφτασα στην ακροθαλασσιά και έκανα παρέα στον Δημήτρη. Περιμέναμε μαζί τον γιο του.
Χτυπησα την καμπάνα μαζί με τον παπα-Ευάγγελο, με πρωτόγνωρο σθένος. Έπρεπε να φωνάξω, να ειδοποιήσω...
Μαζι με τον Αποστόλη και τη γυναίκα του, κρύφτηκα στο υπόγειο του σπιτιού τους. Ελπίζω, να υπάρχουν πολλοί Νικηφόροι εκεί έξω που θα σπείρουν την ελπίδα.
Φεύγοντας από 'κει, η οικογένεια Ελευθεριάδη, και συγκεκριμένα ο παππούς Ελευθεριάδης, με τράβηξε μέσα στην ταβέρνα τους για να με σώσει. Ένιωθα πολύ κοντά μου την πύρινη φλόγα! Τον είδα, σας λέω! Ήμουν εκεί. Μου έδωσε ένα βρεγμένο μαντίλι...
Ο έρωτας της Αντέλ και του Μπρους από τον Καναδά, με ξεσήκωσε. Τελικά, το όνειρό τους έγινε πραγματικότητα. Έμειναν για πάντα στην Ελλάδα.
Αξαφνα, έπεσα πάνω σε έναν εποχικό πυροσβέστη. Άφησε την Αγγέλα και τον μπέμπη τους ασφαλείς, στο σπίτι τους. Ένα άλλο μωρό βρέθηκε στον δρόμο του, που χρειαζόταν τη βοήθειά του.
Η ιατροδικαστής, Μαριάννα Ζαΐμη, με σταμάτησε.
"Έλα κι από εδώ", μου ειπε.
Η μελαγχολία αποτυπωμένη στο πρόσωπό της, τα χέρια της κατακόκκινα...
Στο τέλος της διαδρομής μου, ο Πέτρος Αβραμίδης μου έδωσε ραντεβού σε ένα δημοτικό σχολείο.
"Κοίτα", μου είπε, δείχνοντάς μου τη γυναίκα του και το παιδί του.
"Τίποτα δε χάθηκε. Φτάνει που είμαστε ζωντανοί!"

Κυρία Νούλη Τσαγκαράκη, σε όλη αυτή τη διαδρομή, και τα δικά μου δάκρυα κατρακυλούσαν αβίαστα στο μονοπάτι του προσώπου μου. Νοερά κάηκα και χτυπήθηκα κι εγώ από την ίδια τη φύση. Η καρδιά μου έγινε αυτόματα μια ολόκληρη πληγή. Βίωσα κι εγώ την απώλεια. Έχασα κι εγώ τους συνανθρώπους μας, 102 στον αριθμό.
Θυμήθηκα, πως το παρόν σε αυτή τη ζωή, δεν είναι αυτονόητο.
Σ ευχαριστώ πολύ, λοιπόν, που μου ξαναγέννησες την ελπίδα. Κάπου την είχα χάσει...
Με σαφή τρόπο, μου έδειξες το "ΕΜΕΙΣ".
Μου φώναξες καθαρά και ξάστερα ότι "ΜΕ ΑΦΟΡΑ".
Συγχαρητήρια!

Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου